εαυτούλης

εαυτούλης
ο
υποκορ. του εαυτός (βλ. λ.), σε στενά εγωιστική σημασία: Κοιτάει τον εαυτούλη του κι αδιαφορεί για όλα τα άλλα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • εαυτούλης — ο κοροϊδευτικά ο εαυτός, για να εκφράσει στενή εγωιστική αντίληψη …   Dictionary of Greek

  • Ψαθάς, Δημήτρης — (Τραπεζούντα 1907 – Αθήνα 1979). Έλληνας δημοσιογράφος, ευθυμογράφος και θεατρικός συγγραφέας). Το 1923 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου, από το 1925 ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, ως συνεργάτης της πρωινής αθηναϊκής εφημερίδας Ελεύθερον Βήμα.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”